accounting2

Γράφει ο
Δρ. Θεόδωρος Χίου*


Σημείωση: Το παρόν άρθρο αποτελεί μία εισαγωγή για τα φορολογικά ζητήματα της πνευματικής ιδιοκτησίας αλλά παραλείπει τις λεπτομέρειες. Απευθυνθείτε στο
δικηγόρο σας για να λάβετε εξειδικευμένες συμβουλές.


Η πνευματική ιδιοκτησία, πέραν του ακαδημαϊκού και δικαστηριακού της ενδιαφέροντος, γεννά πρακτικούς προβληματισμούς που σχετίζονται με κλάδους δικαίου οι οποίοι, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, δεν είναι συναφείς, όπως το φορολογικό δίκαιο και το δίκαιο κοινωνικής ασφάλισης.

Ειδικότερα, η φορολογική και εισφοροδοτική αντιμετώπιση των εισοδημάτων από πνευματικά δικαιώματα είναι εξαιρετικά κρίσιμη, ιδίως για ορισμένες κατηγορίες δικαιούχων όπως οι συνταξιούχοι δημιουργοί και καλλιτέχνες. Παρακάτω επιχειρείται μία συγκεντρωτική παρουσίαση της φορολογικής και εισφοροδοτικής αντιμετώπισης εισοδημάτων από πνευματικά δικαιώματα όπως αυτή προκύπτει από τις βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις (Ν. 2121/1993, Ν. 4172/2013 και Ν. 4387/2016) και συμπληρώνεται ερμηνευτικά από Εγκυκλίους και άλλα έγγραφα της Διοίκησης.

 


Ι. Τα Δικαιώματα
Πνευματικής Ιδιοκτησίας ως Κεφάλαιο και Πηγή Εισοδήματος


Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας συνιστούν απόλυτα και αποκλειστικά δικαιώματα περιορισμένης χρονικής διάρκειας επί πρωτότυπων πνευματικών δημιουργημάτων λόγου, τέχνης, επιστήμης ή πληροφορικής, τα οποία συνιστούν έργα με την έννοια του Ν. 2121/1993, όπως λ.χ. ζωγραφικοί πίνακες, μουσικές συνθέσεις, επιστημονικά έργα, χρηστικά έργα, φωτογραφίες, έργα εφαρμοσμένης τέχνης, λογισμικό κ. ά.


Από φορολογικής/λογιστικής απόψεως, τα πνευματικά δικαιώματα αφ’ εαυτά, συνιστούν άυλο κεφάλαιο, το οποίο αποτελεί στοιχείο του ενεργητικού της περιουσίας ενός φυσικού ή νομικού προσώπου (άυλο περιουσιακό στοιχείο – άυλο αγαθό) και, ως τέτοιο, παρουσιάζει μία αξία η οποία αποτιμάται σε χρήμα [1].


Επιπλέον, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας συνιστούν εν δυνάμει προσοδοφόρο κεφάλαιο, καθώς δύνανται να αποτελέσουν πηγή εισοδήματος για τον δικαιούχο τους, μέσω της οικονομικής εκμετάλλευσής τους. Η εκμετάλλευση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επιτυγχάνεται ιδίως διά της σύναψης συμβάσεων και αδειών εκμετάλλευσης ή αδειών με τρίτους, «εκμεταλλευτές» (π.χ. εκδοτικός οίκος) ή τελικούς χρήστες.


Οι συμφωνίες αυτές παρέχουν στον τρίτο τη δυνατότητα άσκησης των εξουσιών που απονέμουν τα πνευματικά δικαιώματα στο δικαιούχο τους και, συνεκδοχικά, τη δυνατότητα (νόμιμης) χρήσης ή/και εκμετάλλευσης του προστατευόμενου αντικειμένου (πνευματικό δημιούργημα), με αντάλλαγμα (συνήθως) την καταβολή κάποιου χρηματικού ποσού, το οποίο δύναται να λάβει:

  • είτε τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσού (lump sum), άπαξ ή περιοδικά καταβαλλόμενου (πχ. ανά έτος, εξάμηνο κλπ.)
  • είτε τη μορφή ποσοστιαίας αμοιβής (royalties - γνωστών και ως «δικαιώματα» [2]), η οποία συνίσταται στην καταβολή ποσοστών από τα κέρδη που αποφέρει η εκμετάλλευση ή χρήση του προστατευόμενου αντικειμένου στον αντισυμβαλλόμενο.


Επιπλέον, έτερη οδό εκμετάλλευσης των εν λόγω δικαιωμάτων παρέχει η ανάθεση διαχείρισης των δικαιωμάτων ενός δημιουργού σε Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης (π.χ. Αυτοδιαχείριση, ΕΥΕΔ, ΟΣΔΕΛ κλπ.). Οι εν λόγω οργανισμοί είναι επιφορτισμένοι με την από κοινού διαχείριση των δικαιωμάτων πλειόνων δικαιούχων, και τη διανομή σε αυτούς των ποσών που τους αναλογούν για την εκμετάλλευση των έργων τους από χρήστες, σε τακτά διαστήματα.

Εξάλλου, τα πνευματικά δικαιώματα είναι ελευθέρως μεταβιβαστά και δύνανται να αποτελέσουν αντικείμενο (συμβατικής) μεταβίβασης, εξίσου με χρηματικό αντάλλαγμα.




ΙΙ.
To
ισχύον φορολογικό καθεστώς εισοδημάτων από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

 


1.
Το εισόδημα από εκμετάλλευση πνευματικών δικαιωμάτων («Δικαιώματα»-Royalites) ως διακριτή φορολογική κατηγορία.

Σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 4172/2013, εφεξής: Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος - ΚΦΕ), το χρηματικό αντάλλαγμα (εισόδημα ή πληρωμή) που απορρέει από την εκμετάλλευση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, υπολογιζόμενο είτε σε ποσοστά είτε σε κατ’ αποκοπή ποσό είτε σε είδος, συνιστά ειδική κατηγορία φορολογητέου εισοδήματος, η οποία (όχι με τη μέγιστη δυνατή ακριβολογία) φέρει τον τίτλο «Δικαιώματα (royalties.


Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 1 του ΚΦΕ και την επεξηγηματική εγκύκλιο ΠΟΛ 1042/2015 της 26.01.2015 με τίτλο «Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε», ο όρος «δικαιώματα» αναφέρεται, μεταξύ άλλων


-  στο εισόδημα που αποκτάται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης, των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου, συμπεριλαμβανομένων των κινηματογραφικών [3] και τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές και αναπαραγωγής βιντεοκασετών, λογισμικού για εμπορική εκμετάλλευση ή προσωπική χρήση και


-  στις πληρωμές για την ηλεκτρονική λήψη (downloading) λογισμικού ηλεκτρονικού υπολογιστή, ακόμα και στην περίπτωση που τα εν λόγω προϊόντα αποκτώνται για προσωπική ή επαγγελματική χρήση του αγοραστή.


Επισημαίνεται ότι στην έννοια του όρου «δικαιώματα» εμπίπτει κάθε εισόδημα, ημεδαπής ή αλλοδαπής προέλευσης, για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης των ανωτέρω δικαιωμάτων.

 

 

2. Μορφές εκμετάλλευσης πνευματικών δικαιωμάτων που αποδίδουν εισόδημα από «δικαιώματα».


Το φορολογητέο εισόδημα που ορίζεται ως «δικαιώματα» στο άρθρο 38 παρ. 1 του ΚΦΕ δύναται να ανακύπτει από τις ακόλουθες μορφές εκμετάλλευσης πνευματικών δικαιωμάτων:

  • Συμβάσεις παραχώρησης χρήσης ή δικαιώματος χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
  • Υποάδειες εκμετάλλευσης.
  • Μικτές συμβάσεις. Όπως ορίζει η σχετική ερμηνευτική εγκύκλιος, «σε περίπτωση μικτών συμβάσεων που περιλαμβάνουν αμοιβές για την παροχή άλλων υπηρεσιών και καταβολή δικαιωμάτων, θα πρέπει να γίνεται επιμερισμός των ποσών που αφορούν τα δικαιώματα, με βάση τα οριζόμενα στην υπόψη σύμβαση ή με βάση λοιπά διαθέσιμα στοιχεία που να τεκμηριώνουν επαρκώς τον όποιο επιμερισμό (π.χ. υπηρεσίες franchising, management fees οι οποίες δεν είναι δικαιώματα).


Αντίθετα, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μεταβιβάζεται η κυριότητα του άυλου στοιχείου (συμβάσεις μεταβίβασης) και οι οποίες οδηγούν στην πλήρη αποξένωση του ιδιοκτήτη (δικαιούχου) από αυτό βρίσκονται εκτός του πεδίου εφαρμογής της φορολογίας εισοδήματος από «δικαιώματα». Ως εκ τούτου, το αντάλλαγμα που εισπράττει ο προβαίνων σε μεταβίβαση των πνευματικών του δικαιωμάτων δεν λογίζεται ως «δικαίωμα» [4].


Επίσης, στο ανωτέρω καθεστώς δεν περιλαμβάνονται οι πληρωμές που πραγματοποιούνται σε τρίτους οι οποίοι δεν είναι κύριοι του υπόψη δικαιώματος ή δεν διατηρούν το δικαίωμα χρήσης αυτού, και ιδίως όσοι εμπορεύονται οι εκμεταλλεύονται τους υλικούς φορείς προστατευόμενων έργων (π.χ. αποκλειστικοί αντιπρόσωποι στην Ελλάδα, μεταπωλητές, διαμεσολαβητές κ.λπ.). Τέτοια περίπτωση αποτελεί και η πώληση τυποποιημένου λογισμικού.


Ειδικά για την περίπτωση του λογισμικού, η ανωτέρω εγκύκλιος αναφέρει ότι εκφεύγει από το ανωτέρω πλαίσιο η κατά παραγγελία ανάπτυξη λογισμικού, εάν με τις πληρωμές που καταβάλλονται για το υπόψη αγαθό επέρχεται πλήρης αποξένωση της επιχείρησης ανάπτυξης λογισμικού από το προϊόν. Αντίθετα, εάν με τις πληρωμές αυτές δεν επέρχεται αποξένωση της επιχείρησης ανάπτυξης λογισμικού από το κατά παραγγελία προϊόν, τότε αυτές συνιστούν δικαιώματα με εξαίρεση την περίπτωση που οι πληρωμές αφορούν στην χρήση λογισμικού με δυνατότητα παραμετροποίησής του. Ομοίως, δεν υπόκειται στην έννοια των «δικαιωμάτων» η πληρωμή που αφορά συντήρηση του λογισμικού.

 

 

3. Φορολογικός χαρακτηρισμός εισοδήματος από πνευματικά δικαιώματα και φορολογικοί συντελεστές.


(α) Φυσικά πρόσωπα.


Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ΚΦΕ (άρθρο 35) [5] και την ανωτέρω Εγκύκλιο, το εισόδημα από «δικαιώματα» που αποκτάται από φυσικά πρόσωπα σε μετρητά ή σε είδος θεωρείται γενικά εισόδημα από κεφάλαιο.

Ο φορολογικός συντελεστής ο οποίος εφαρμόζεται σε αυτό είναι 20% (άρθρο 40 παρ. 3 ΚΦΕ, Εγκύκλιος, αρ. 14). Σημειώνεται ότι η εν λόγω ρύθμιση ισχύει για τα εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.

Aντίθετα, τα εισοδήματα από «δικαιώματα» φυσικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα εξαιτίας των δικαιωμάτων που κατέχουν, όπως στην περίπτωση ενός φυσικού προσώπου το οποίο έχει κάνει έναρξη επιτηδεύματος, ως ελεύθερος επαγγελματίας ή εμπορική επιχείρηση, με δραστηριότητα σχετική με την είσπραξη δικαιωμάτων (π.χ συγγραφείς για τα συγγραφικά δικαιώματα, καλλιτέχνες για καλλιτεχνικά δικαιώματα, υπηρεσίες ηλεκτρονικής λήψης (downloading) λογισμικού ηλεκτρονικού υπολογιστή που παρέχονται στα πλαίσια άσκησης ατομικής επιχείρησης κ.λπ.), φορολογούνται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, με βάση τους ισχύοντες συντελεστές.

 


(β) Νομικά πρόσωπα.

Ομοίως, το εισόδημα από «δικαιώματα», προερχόμενα από το εσωτερικό ή την αλλοδαπή, που εισπράττονται από νομικά πρόσωπα ή από νομικές οντότητες που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, φορολογείται επίσης ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (εγκύκλιος, αρ. 15).

 


(γ) Υποχρέωση παρακράτησης φόρου από τον καταβάλλοντα το εισόδημα από «δικαιώματα».

Σύμφωνα με τα άρθρα 61, 62 παρ. 1 περ. γ’ και 64 παρ. 1 περ. γ’ ΚΦΕ, τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα, οι φορείς γενικής κυβέρνησης ή κάθε φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα, αλλά δραστηριοποιείται μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα, που διενεργούν πληρωμή «δικαιωμάτων», υποχρεούται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%.


Η παρακράτηση φόρου ενεργείται και στις περιπτώσεις καταβολής δικαιωμάτων σε φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην ημεδαπή και σε νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σημειώνεται ότι, όπως ορίζεται στην εγκύκλιο (αρ. 16), τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα κατ' αρχήν δεν υπόκεινται σε φόρο στην Ελλάδα για τα εισοδήματα που αποκτούν από πηγές Ελλάδος. Εντούτοις, κατά παρέκκλιση των ανωτέρω και με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 64 και από τη συστηματική ερμηνεία του άρθρου 63 συνάγεται ότι τα εισοδήματα από δικαιώματα που αποκτούν τα πρόσωπα αυτά υπόκεινται σε φόρο στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που τα ως άνω πρόσωπα είναι κάτοικοι κράτους με το οποίο υπάρχει Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (Σ.Α.Δ.Φ.), θα έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα από τη διμερή σύμβαση, λόγω αυξημένης τυπικής ισχύος.


Η παρακράτηση φόρου από τον καταβάλλοντα το εισόδημα από δικαιώματα, ενεργείται κατά την καταβολή με βάση τα οριζόμενα στην αριθ. ΠΟΛ.1011/2.1.2014 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. O φόρος που παρακρατείται σύμφωνα με τα ανωτέρω αποδίδεται το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής (άρθρο 64 παρ. 7 ΚΦΕ, Εγκύκλιος, αρ. 17).


Αντίθετα, τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για δικαιώματα (royalties) δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου (άρθρο 62 παρ. 5. ΚΦΕ, Εγκύκλιος, αρ. 15).



(δ) Εξάντληση φορολογικής υποχρέωσης με την παρακράτηση φόρου από τον καταβάλλοντα τα δικαιώματα.


Εάν το εισόδημα από δικαιώματα υπόκειται σε παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο παρακρατούμενος φόρος εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση για τα ημεδαπά φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα εξαιτίας των δικαιωμάτων που κατέχουν, ακόμη και αν έχουν πραγματοποιήσει έναρξη εργασιών για άλλη δραστηριότητα (άρθρο 38 παρ. 2 ΚΦΕ, Εγκύκλιος, αρ. 14).


Ομοίως, η φορολογική υποχρέωση εξαντλείται με την εν λόγω παρακράτηση φόρου για τα αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα καθώς και τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα (37 παρ. 4 και 64 παρ. 3 ΚΦΕ). Στα ως άνω νομικά πρόσωπα ή οντότητες εμπίπτουν και τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που δεν ασκούν δραστηριότητα στην Ελλάδα μέσω γραφείου, παραρτήματος.

 


(ε) Ειδικές επισημάνσεις για τη φορολογική αντιμετώπιση της εύλογης αμοιβής και του δικαιώματος παρακολούθησης.

Με την υπ’ αριθμόν ΠΟΛ 1161/2018 Εγκύκλιο της ΑΑΔΕ με ημερομηνία από 02.08.2018 δόθηκαν διευκρινήσεις σχετικά με την εφαρμογή ΦΠΑ και Τελών Χαρτοσήμου στα ποσά που εισπράττουν οι δικαιούχοι πνευματικών δικαιωμάτων ως εύλογη αμοιβή για ιδιωτική αναπαραγωγή (άρθρο 18 Ν. 2121/1993 [και όχι άρ. 49 όπως εκ παραδρομής αναφέρεται στην Εγκύκλιο]) και ως δικαίωμα παρακολούθησης (άρθρο 5 Ν.2121/1993), τα οποία αμφότερα αποτελούν ενοχικές αξιώσεις αμοιβής που απορρέουν από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας.



Eύλογη αμοιβή.

Ειδικότερα, αναφορικά με την εύλογη αμοιβή, τα ποσά που καταβάλλονται από τους οφειλέτες αυτής (εισαγωγείς και παραγωγούς συσκευών και μέσων αναπαραγωγής) ως εύλογη αμοιβή δεν πρέπει να επιβαρύνονται με ΦΠΑ.

Αντιθέτως, το ποσό της εύλογης αμοιβής που εισπράττουν οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης από τους εισαγωγείς και τους παραγωγούς των εν λόγω συσκευών και τεχνικών μέσων αναπαραγωγής υπόκειται σε αναλογικό τέλος χαρτοσήμου 3% (πλέον 20% εισφοράς υπέρ ΟΓΑ), σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 13 του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου. Το βάρος της δαπάνης του χαρτοσήμου φέρουν καταρχήν και τα δύο μέρη (οφειλέτες και ΟΣΔ) ενώ το τέλος χαρτοσήμου δεν υπολογίζεται εκ νέου κατά την απόδοση του ποσού από τους ΟΣΔ στους δικαιούχους.



Δικαίωμα παρακολούθησης.

Αντίστοιχα, τα ποσά που καταβάλλονται ως δικαίωμα παρακολούθησης δεν μπορούν να θεωρηθούν ως αντάλλαγμα για φορολογητέα πράξη από μέρους των δικαιούχων αυτών κατά την έννοια των διατάξεων περί ΦΠΑ και ως εκ τούτου δεν υπάγονται στον ΦΠΑ.

Εντούτοις, επειδή τα εν λόγω ποσά αποτελούν αποζημίωση του δημιουργού για την προστασία του ατομικού του συμφέροντος ως δημιουργού του έργου τέχνης και τυγχάνουν εφεξής εφαρμογής οι διατάξεις του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου, κατ' αναλογία προς όσα ισχύουν για την εύλογη αμοιβή.

Τέλος διευκρινίζεται ότι το ποσό που ενδεχομένως εισπράττουν ή παρακρατούν οι ΟΣΔ από τους δικαιούχους εύλογης αμοιβής ή/και παρακολούθησης για υπηρεσίες διαχείρισης (παρακράτηση διαχειριστικού ποσοστού) που παρέχουν προς τα πρόσωπα αυτά υπόκειται στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ.





Ι
ΙΙ. Είσπραξη εισοδημάτων από εκμετάλλευση πνευματικών δικαιωμάτων και καταβολή σύνταξης.


Ένα ερώτημα που ετίθετο υπό το ισχύον πλαίσιο σχετίζονταν με το κατά πόσο η είσπραξη εσόδων από εκμετάλλευση πνευματικών έργων -σύμφωνα με όσα αναφέραμε πιο πριν- από εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους Δημοσίου ή έτερων φορέων, ταμείων, κλάδων ή λογαριασμών που εντάσσονται στον ΕΦΚΑ, που είναι παράλληλα και δικαιούχοι πνευματικών δικαιωμάτων ως δημιουργοί ή δευτερογενείς δικαιούχοι χαρακτηρίζεται ως  δραστηριότητα η οποία οδηγεί σε περικοπή των κύριων και επικουρικών συντάξεων κατά 60%, κατ' εφαρμογή του άρθρου 20 παρ. 1 Ν. 4387/2016 (Ασφαλιστικός Νόμος "Κατρούγκαλου").



Το ερώτημα αυτό αποτέλεσε αντικείμενο μίας σειράς εγκυκλίων του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που εκδόθηκαν κατά το περασμένο διάστημα.

 


1. Εγκύκλιος
Φ.80000/οικ.10568/222 - 16.02.2018.


Με την υπ’ αρ. Φ.80000/οικ.10568/222- 16.02.2018 Εγκύκλιο [ορθή επανάληψη] [6] με θέμα «Παρέχονται  οδηγίες  σχετικά  με  την  εφαρμογή  του  άρθρου  20  του ν. 4387/2016 σε συνταξιούχους που είναι παράλληλα και δικαιούχοι πνευματικών δικαιωμάτων» τονίζεται ότι οι πνευματικοί δημιουργοί αποκτούν το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου τους με τη δημιουργία αυτού και το δικαίωμα αυτό διατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, με αποτέλεσμα να έχουν τη δυνατότητα να αποκομίζουν έσοδα από την εκμετάλλευση του έργου τους για πολλά έτη μετά τη δημιουργία του.

Περαιτέρω διευκρινίζεται ότι η λήψη εσόδων από πνευματικά δικαιώματα δεν συνιστά ανάληψη δραστηριότητας μετά τη συνταξιοδότηση που αποτελεί και προϋπόθεση για την εφαρμογή των διατάξεων περί απασχόλησης συνταξιούχων σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016. Συνεπώς στις περιπτώσεις συνταξιούχων οι οποίοι κατέχουν είτε πνευματικά δικαιώματα είτε συγγενικά δικαιώματα, από τα οποία αποκομίζουν έσοδα, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 20 του ν.4387/2016 και ως εκ τούτου δεν προκαλούνται μειώσεις στο ποσό της χορηγούμενης σύνταξης.

 

 


2.
Εγκύκλιος Φ.80000/οικ.12151/274/2018 – 19.03.2018.


Η ως άνω διευκρίνιση επιβεβαιώνεται και στη μεταγενέστερη Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Φ.80000/οικ.12151/274/2018 της 19.03.2018 με θέμα: «Οδηγίες για την εφαρμογή του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 για την απασχόληση συνταξιούχων λόγω γήρατος», σύμφωνα με την οποία αναφέρεται ρητώς ότι «στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 δεν εμπίπτουν οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν αμοιβές από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ή άλλα συγγενικά δικαιώματα σύμφωνα με την α.π. Φ80000/οικ.10568/222/16.2.2018 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης».

 


3. Εγκύκλιος Φ.10141/οικ.19892/539 – 06.05.2019.


Mε μία πιο πρόσφατη Εγκύκλιο συμπληρώνεται ερμηνευτικά το ισχύον καθεστώς της είσπραξης εσόδων από πνευματικά ή συγγενικά δικαιώματα από συνταξιούχους.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την από 06.05.2019 υπ’ αρ. Φ.10141/οικ.19892/539 Εγκύκλιo του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με θέμα «Συνταξιούχοι οι οποίοι αποκομίζουν έσοδα από πνευματικά ή  συγγενικά δικαιώματα» διευκρινίζεται ότι η λήψη εσόδων από πνευματικά δικαιώματα επί έργων σε καμία περίπτωση δεν συνιστά ανάληψη δραστηριότητας μετά τη συνταξιοδότηση. Στους  δε συνταξιούχους οι οποίοι κατέχουν [sic] είτε πνευματικά είτε συγγενικά δικαιώματα, από τα οποία αποκομίζουν έσοδα, αφενός δεν εφαρμόζεται το άρθρο 20 του ν. 4387/2016 και ως εκ τούτου δεν προκαλούνται μειώσεις στο ποσό της χορηγούμενης σύνταξης και, αφετέρου, δεν εισφοροδοτούνται για τυχόν εισοδήματα από τα πνευματικά τους δικαιώματα.

 


4. Γενικό έγγραφο ΕΦΚΑ Δ.ΑΣΦ. /316/725222/2019 – 13.06.2019.


Με το από 13.06.0219 Γενικό Έγγραφο ΕΦΚΑ Δ.ΑΣΦ. /316/725222/2019 με τίτλο: «Ασφάλιση στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) των συνταξιούχων που αμείβονται με Παραστατικά Παρεχόμενων Υπηρεσιών (τίτλο κτήσης-πρώην απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης) για πνευματικά ή συγγενικά δικαιώματα» διευκρινίζεται ότι τα έσοδα συνταξιούχων από πνευματικά ή συγγενικά δικαιώματα επί έργων αφενός δεν επιφέρουν μείωση της σύνταξης που τους χορηγείται (Φ. 80000/οικ. 10568/222/2018 και Φ.80000/οικ.12151/274/2018 έγγραφα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης), αφετέρου δεν υπόκεινται σε εισφοροδότηση και ότι, κατά συνέπεια, στις περιπτώσεις συνταξιούχων που λαμβάνουν έσοδα με Παραστατικό Παρεχόμενων Υπηρεσιών (Τίτλος Κτήσης-πρώην απόδειξη δαπάνης) για πνευματικά ή συγγενικά δικαιώματα επί έργων, δεν τυγχάνουν εφαρμογής οι ρυθμίσεις του άρθρου 55 του Ν. 4509/2017 και των σχετικών εγγράφων του Ε.Φ.Κ.Α. και ως εκ τούτου δεν υπόκεινται σε εισοφοροδοτική παρακράτηση.



Αντί επιλόγου: Ανάγκη εξατομικευμένης νομικής εκτίμησης.


Όπως επισημαίνεται και στα σχετικά διοικητικά κείμενα, οι ανωτέρω διευκρινίσεις αφορούν γενικές αρχές και ως εκ τούτου κάθε ενδεχόμενη περίπτωση καταβολής δικαιωμάτων, θα πρέπει να εξετάζεται ξεχωριστά με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής.
Συνεπώς, η αναζήτηση νομικής συμβουλής από εξειδικευμένο νομικό σύμβουλο, ιδίως κατά το στάδιο σύναψης συμβάσεων εκμετάλλευσης ή άλλων συμφωνιών με αντικείμενο τα πνευματικά δικαιώματα συνταξιούχων κρίνεται επιβεβλημένη, ώστε να εξασφαλίζεται ο χαρακτηρισμός του εισοδήματος από δικαιώματα.



Θεόδωρος Χίου είναι Δικηγόρος Πνευματικών δικαιωμάτων, Ψηφιακών Τεχνολογιών και Καινοτομίας (Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.), εκλεγμένος Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στη Νομική Σχολή Αθηνών και Διδάσκων στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.

Image credits: Business photo created by freepik - www.freepik.com



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ:

ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ: ΝΕΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ...


Υποσημειώσεις

[1] Αναμφίβολα, η εκτίμηση [valuation] της αξίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας αποτελεί το κεντρικό διακύβευμα σε ένα ευρύ φάσμα συναλλαγών και διαδικασιών (εταιρική εισφορά, υπολογισμός κληρονομιαίας περιουσίας, παροχή εγγυήσεων, άντληση κεφαλαίων, πτωχευτική διαδικασία κ.ά.).

[2] Εξαιτίας ακριβώς του προσοδοφόρου χαρακτήρα των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, συνηθίζεται ο όρος δικαίωμα να αναφέρεται όχι μόνο στο κεφάλαιο καθ’ εαυτό, αλλά και στο εισόδημα που απορρέει από την εκμετάλλευση του προστατευόμενου από ΔΙ αντικειμένου, κάτι που φαίνεται να υιοθετεί και ο ΚΦΕ κάνοντας λόγο για «δικαιώματα» (royalties) στο άρθρο 38.

[3] Επεξηγήσεις για τη φορολογική μεταχείριση αμοιβών που καταβάλλονται σε αλλοδαπές εταιρίες για παραχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης ταινιών εμπεριέχει η Απόφαση ΔΕΑΦ Β 1087150 ΕΞ 25.6.2015.

[3Α] Για εκτενέστερη ανάλυση του ζητήματος, βλ. Θ. Χίου, «Ο όρος «Διανοητική Ιδιοκτησία» και η ένταξή του στην ελληνική έννομη τάξη», ΔιΜΕΕ, 1/2011, σελ. 174 επ. Πρβλ. τον ίδιο, «Προς μία ενιαία ρύθμιση του δικαίου συμβάσεων εκμετάλλευσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Σκέψεις de lege ferenda με αφορμή τις ρυθμίσεις συμβατικής εκμετάλλευσης σημάτων του Ν. 4072/2012 », ΧρΙΔ, ΙΓ/2013, σελ. 711-719.

[4] Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι η έννοια της πλήρους αποξένωσης ενδέχεται σε μερικές περιπτώσεις να αποδειχθεί προβληματική, αν λάβει κανείς υπόψη αφενός τη θεωρία περί εκποιητικού χαρακτήρα των αποκλειστικών συμβάσεων και αδειών εκμετάλλευσης, η οποία στηρίζεται και στη νομολογία, βάσει της οποίας ταυτίζονται στην ουσία με τις μερικές μεταβιβάσεις δικαιώματος και, αφετέρου, τη δογματική θέση περί αδυναμίας ολικής αποξένωσης του δημιουργού από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. η οποία αντικατοπτρίζεται σε ορισμένες ρυθμίσεις του ελληνικού δικαίου (αμεταβίβαστο του ηθικού δικαιώματος, αδυναμία προμεταβίβασης άγνωστων τρόπων εκμετάλλευσης κλπ). Εξ ου και η ανάγκη νομικής εκτίμησης της υιοθετούμενης συμβατικής ρύθμισης.

[5] Άρθρο 35 ΚΦΕ: «Το εισόδημα από κεφάλαιο περιλαμβάνει το εισόδημα που αποκτά ένα φυσικό πρόσωπο και προκύπτει στο φορολογικό έτος σε μετρητά ή σε είδος με τη μορφή μερισμάτων, τόκων, δικαιωμάτων, καθώς και το εισόδημα από ακίνητη περιουσία.»

[6] Σημειώνεται ότι στην αρχική της εκδοχή, η Εγκύκλιος ανέφερε: «H λήψη εσόδων από πνευματικά δικαιώματα έργων που δημιουργήθηκαν σε χρόνο πολύ προγενέστερο της έναρξης συνταξιοδότησης σε καμία περίπτωση δεν συνιστά ανάληψη δραστηριότητας μετά τη συνταξιοδότηση που αποτελεί και προϋπόθεση για την εφαρμογή των διατάξεων περί απασχόλησης συνταξιούχων σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν.4387/2016.»